«Στροφή» των καταναλωτών στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας

Πριν από 10 με 15 χρόνια οι καταναλωτές δεν εμπιστεύονταν τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, και τώρα ένα στα πέντε από αυτά που προμηθεύονται δεν είναι «επώνυμα».
Η οικονομική ύφεση ωθεί όλο και περισσότερα νοικοκυριά στην αγορά χαρτικών, απορρυπαντικών, ακόμη και τροφίμων, από εκπτωτικές αλυσίδες (discount) καθώς και από τις ελληνικές επιχειρήσεις σούπερ μάρκετ, οι οποίες γεμίζουν συνέχεια τα ράφια τους με τα «άσημα» αγαθά.
Οι τιμές των προϊόντων αυτών είναι στο ένα τρίτο εκείνων που παράγουν οι επώνυμες βιομηχανίες που εισάγουν οι πολυεθνικές. Και είναι λογικό μετά το «ψαλίδισμα» μισθών και τη στενή οικονομική πολιτική οι οικογένειες ν’ αναζητούν λύσεις για την προστασία του εισοδήματός τους.
Οπως προκύπτει από έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (τμήμα Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας), που επιμελήθηκε ο καθηγητής Γ. Μπάλτας, και έγινε σε 2.000 νοικοκυριά, το 22% των προϊόντων που αγοράζουν οι οικογένειες είναι ιδιωτική ετικέτας. Δηλαδή αγαθά τα οποία βέβαια τα παράγουν οι ίδιες οι επώνυμες βιομηχανίες για λογαριασμό των λιανεμπορικών επιχειρήσεων, με τη φίρμα των τελευταίων.
Πέρυσι, στην αντίστοιχη έρευνα του Πανεπιστημίου το ποσοστό ήταν 20%, κάτι που δείχνει τη μεταστροφή των καταναλωτών. Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό πως στην πρόθεση αγοράς αμέσως μετά τα χαρτικά, που συγκεντρώνουν το 76,3%, ακολουθούν τα συσκευασμένα τρόφιμα με 56%. Δηλαδή, τα νοικοκυριά μπορεί να επιμερίζουν τις αγορές τους, δηλαδή κάποια προϊόντα να είναι επώνυμα και άλλα ιδιωτικής ετικέτας -όπως τα χαρτικά- αλλά πια επιλέγουν όλο και περισσότερα τρόφιμα, κι ας μην είναι επώνυμης βιομηχανίας.
Τη λίστα με την πρόθεση αγοράς ανώνυμων προϊόντων συμπληρώνουν τα καθαριστικά (42%), τα απορρυπαντικά (36%), τα αρτοσκευάσματα (34,6%), τα κατεψυγμένα τρόφιμα (23,8%), τα είδη προσωπικής καθαριότητας (22,8%) κ.ο.κ.
Παρόμοια
Πάντως και από άλλες απαντήσεις που έδωσαν τα νοικοκυριά στην έρευνα αναδεικνύεται πως τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας κερδίζουν έδαφος στις προτιμήσεις τους και θεωρούνται πια παρόμοια με τα επώνυμα.
Η συντριπτική πλειοψηφία του δείγματος 92,2% (από 84,4% στην περυσινή έρευνα) θεωρεί ότι τα προϊόντα ιδιωτικού σήματος έχουν καλύτερη τιμή. Στο θέμα της ποιότητας, το 40,6% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι είναι προϊόντα χειρότερης ποιότητας και το 55,3% ίδιας ποιότητας, ενώ μόνο το 4,1% τα θεωρεί ανώτερης ποιότητας από τις μάρκες των κατασκευαστών.
Το 41,1% του δείγματος βρίσκει τις συσκευασίες των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας χειρότερες, το 2,5% καλύτερες και το 56,4% (από 45,9% πέρυσι) εφάμιλλες με εκείνες των καθιερωμένων μαρκών. Εδώ τα δεδομένα της έρευνας τεκμηριώνουν τη σημαντική βελτίωση των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας στον τομέα της συσκευασίας.
Εκτιμήθηκε η ικανοποίηση των ερωτηθέντων από τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Δυσαρεστημένοι δήλωσαν το 7,1%, ικανοποιημένοι το 56,3% (από 47,6% στην προηγούμενη ετήσια μέτρηση), ενώ ούτε ικανοποιημένοι και ούτε δυσαρεστημένοι είναι το 36,6% του δείγματος (από 44% πέρυσι).
Ο κ. Μπάλτας σχολιάζει αναφορικά με τα ευρήματα της έρευνας: «Τα στοιχεία της έρευνας επιβεβαιώνουν εκτιμήσεις στελεχών και ειδικών του κλάδου ότι η ελληνική αγορά ακολουθεί τη διεθνή τάση ανάπτυξης τέτοιων προϊόντων. Η μακροχρόνια τάση εδραίωσης της ιδιωτικής ετικέτας ενισχύεται τώρα ακόμα περισσότερο από την οικονομική κρίση και τη γενικότερη αλλαγή που φέρνει στην καταναλωτική συμπεριφορά των ατόμων. Ταυτοχρόνως, αντανακλά τις βελτιώσεις και τις επεκτάσεις των κωδικών ιδιωτικής ετικέτας από τους εμπόρους».

ΠΗΓΗ: Έθνος