Φοροδίκες – εξπρές

Ριζοσπαστικά μέτρα για την επιτάχυνση των διοικητικών δικών, κυρίως σε φορολογικές, τελωνειακές και μεγάλου οικονομικού ενδιαφέροντος για το Δημόσιο υποθέσεις, προκειμένου να επιτυγχάνονται και ταχύτερες εισπράξεις για το κράτος, προβλέπονται στο νομοσχέδιο που κατέθεσε χθες η κυβέρνηση στη Βουλή.
Με τη νέα δέσμη μέτρων, εξασφαλίζονται δίκες – εξπρές για φορολογικές και τελωνειακές παραβάσεις, ενώ δίνεται η δυνατότητα να ολοκληρώνεται πολύ γρήγορα η επίλυση σοβαρών συνταγματικών ζητημάτων ή υποθέσεων γενικότερου ενδιαφέροντος (όπως π.χ. η έκτακτη εισφορά) με κατευθείαν «δίκη – πιλότο» στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Τα νομοθετικά μέτρα των υπουργείων Δικαιοσύνης και Οικονομίας καθιστούν ταχύτερη την απονομή της διοικητικής δικαιοσύνης και σε πολλές ακόμα υποθέσεις (ασφαλιστικές, πολεοδομικές, αποδοχές – συντάξεις κ.λπ.), περιορίζοντας μοιραία και δικαιώματα των πολιτών αφού συρρικνώνονται τα ένδικα μέσα (κυρίως οι αναιρέσεις στο ΣτΕ, οι φορολογικές δίκες σε έναν βαθμό κ.λπ.), καθώς και η προσωρινή δικαστική προστασία, αφού γίνεται πολύ δυσκολότερο το «πάγωμα» πληρωμών.
Από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης ελπίζεται ότι θα «κλείσουν» πολύ γρήγορα δίκες για μεγάλα χρέη που «σέρνονται» για πολλά χρόνια στα δικαστήρια, καθώς και ότι θα καταστεί δυνατή η σύντομη είσπραξη σημαντικών ποσών, ακόμα και με πρωτόδικες αποφάσεις για φόρους, δασμούς, τέλη κ.λπ., αφού με την υποβολή έφεσης ο πολίτης θα πρέπει να πληρώνει το μισό τού δικαστικά αναγνωρισμένου χρέους.
Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι οι φοροδίκες (και για τελωνειακές παραβάσεις) θα γίνονται σε έναν και μόνο βαθμό στο Διοικητικό Εφετείο, όταν η οφειλή ξεπερνά τα 150.000 ευρώ, επιβάλλοντας τη σοβαρότερη νομική εκπροσώπηση του Δημοσίου στις υποθέσεις αυτές από μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (ΝΣΚ) και όχι από διοικητικούς υπαλλήλους, για να μη χάνονται σοβαρές δίκες!
Για να περιοριστούν οι αυθαιρεσίες, επιβάλλεται πλέον, με την παραμικρή υπόνοια για παρανομία, να στέλνεται από το διοικητικό δικαστήριο ο φάκελος στον Γενικό Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης για έλεγχο και καταλογισμό ποσών σε βάρος του υπεύθυνου υπαλλήλου, ενώ για να περιοριστούν οι αναβολές των δικών προβλέπεται «τιμωρία» του Δημοσίου όταν καθυστερεί να στείλει τον φάκελο της υπόθεσης στα δικαστήρια, με χρηματική ποινή 100-500 ευρώ σε βάρος του αρμόδιου υπαλλήλου (και του προϊσταμένου του) και κίνηση πειθαρχικής διαδικασίας.
Με το νομοσχέδιο ιδρύονται μονομελή Διοικητικά Εφετεία, αυξάνονται οι θέσεις δικαστών (κατά 144), παρέχεται δυνατότητα περαιτέρω υπηρεσίας στους δικαστικούς υπαλλήλους, ενώ γίνεται σαφώς πιο ακριβή η πρόσβαση στη διοικητική δικαιοσύνη με «τσουχτερά» παράβολα.
Δίκη – πιλότος
Στις μεγάλες υποθέσεις που έχουν θέματα ευρύτερου ενδιαφέροντος, θα μπορούν οι διάδικοι ή ο αρμόδιος υπουργός να φέρουν την υπόθεση κατευθείαν για επίλυση στο ΣτΕ, προκειμένου να χαράσσει το ταχύτερο δυνατό τη νομολογιακή γραμμή που θα ακολουθούν τα υπόλοιπα διοικητικά δικαστήρια (Δ. Πρωτοδικεία, Δ. Εφετεία) σε αντίστοιχα νομικά ζητήματα.
Η δίκη – πιλότος θα επιτρέπει το γρήγορο ξεκαθάρισμα σοβαρών νομικών υποθέσεων (π.χ. έκτακτη εισφορά, οικονομικές περικοπές λόγω Μνημονίου κ.λπ.). Αντίστοιχη διαδικασία γρήγορης παραπομπής στο ΣτΕ θα υπάρχει και σε υποθέσεις όπου αμφισβητείται ένας νόμος, διάταγμα, υπουργική απόφαση κ.λπ. και τίθεται ζήτημα ότι παραβιάζει το Σύνταγμα ή διεθνείς συμβάσεις. Η ρύθμιση κρίθηκε αναγκαία γιατί στα διοικητικά δικαστήρια εκκρεμούν πάνω από 500.000 υποθέσεις και η γρήγορη χάραξη νομολογίας θα επιταχύνει τις υπόλοιπες δικαστικές αποφάσεις, εμποδίζοντας και την έκδοση αντίθετων δικαστικών κρίσεων.
Φορολογικές και τελωνειακές παραβάσεις
Αποφάσεις στον μισό χρόνο
Οι φορολογικές και τελωνειακές παραβάσεις άνω των 150.000 ευρώ θα εκδικάζονται στο Δ. Εφετείο σε πρώτο και τελευταίο βαθμό, ενώ στις μικρότερης αξίας υποθέσεις θα υπάρχουν δύο δικαστικοί βαθμοί.
Παράλληλα δίνεται η δυνατότητα να εκδικάζονται γρήγορα από τον πρόεδρο Πρωτοδικών (χωρίς δικαίωμα έφεσης) υποθέσεις που απαιτούν ταχύτατη δικαστική κρίση, όπως είναι η λειτουργία επαγγελματικής εγκατάστασης και αφαίρεση πινακίδων ή άδειας κυκλοφορίας λόγω φορολογικών παραβάσεων, το προσωρινό «λουκέτο» επιχειρήσεων λόγω φορολογικών παραβάσεων ή οφειλής προς το Δημόσιο, η άρνηση χορήγησης πιστοποιητικού ενημερότητας κ.λπ.
Από τις 238.770 διοικητικές δίκες που δεν είχαν ακόμα προσδιοριστεί με την έναρξη του νέου δικαστικού έτους τον περασμένο Σεπτέμβριο, οι 101.895 είναι φορολογικές και τελωνειακές υποθέσεις, που χρειάζονται κατά μέσο όρο 5-6 χρόνια για την εκδίκασή τους. Η νέα ρύθμιση φιλοδοξεί να δώσει δικαστικές αποφάσεις στον περίπου μισό χρόνο.
Σημαντική είναι η πρόβλεψη για την υποχρεωτική υπεράσπιση του Δημοσίου σε φορολογικές – τελωνειακές δίκες μόνο από μέλη του ΝΣΚ, καθώς σήμερα η υπεράσπιση γίνεται κυρίως από υπαλλήλους των ΔΟΥ και των τελωνείων, που αδυνατούν συχνά να αντικρούσουν τους λόγους των προσφυγών που υποβάλλουν δικηγόροι εξειδικευμένοι σε τέτοιες υποθέσεις.
Με τις νέες ρυθμίσεις αυξάνεται το όριο του εκκλητού, έτσι ώστε να επιτρέπεται έφεση εφόσον η ζημιά υπερβαίνει τις 15.000 ευρώ, ενώ περιορίζεται η ομοδικία, ώστε να μετέχουν στο ίδιο δικόγραφο έως 50 άτομα.
Οι εφέσεις
Ο αντίδικος του Δημοσίου πολίτης μπορεί να υποβάλει έφεση για φορολογική ή τελωνειακή υπόθεση, μικρότερη των 150.000 ευρώ, υπό την προϋπόθεση ότι θα καταβάλει πριν από την εκδίκαση της έφεσης το 50% του οφειλόμενου φόρου, δασμού, τέλους κ.λπ., όπως προσδιορίστηκε από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Ετσι το Δημόσιο προσδοκά να βάλει γρήγορα χρήματα στα ταμεία.
Παράλληλα παρέχεται η δυνατότητα να εκδικαστούν από κοινού περισσότερες φορολογικές υποθέσεις, εφόσον κρίνονται συναφείς, ανεξάρτητα από το αν αφορούν διαφορετικά έτη, ενώ παρέχεται και η δυνατότητα κατάργησης δικών εάν επιτευχθεί διοικητική επίλυση της διαφοράς.
Πάντως η άσκηση έφεσης (σε φορολογικές – τελωνειακές δίκες) δεν αναστέλλει τη δικαστική απόφαση που διαπιστώνει οφειλή, παρά μόνο εάν κριθεί πρόδηλα βάσιμο το ένδικο μέσο.
«Πάγωμα» πληρωμής
Θα δίνονται αναστολές με το… σταγονόμετρο
Το δικαστικό «πάγωμα» πληρωμής και γενικότερα η προσωρινή δικαστική προστασία γίνεται πλέον πολύ δυσκολότερο και τα δικαστήρια θα χορηγούν αναστολές «με το σταγονόμετρο», αφού ο πολίτης θα πρέπει πια να αποδείξει ότι υφίσταται ανεπανόρθωτη βλάβη (δεν αρκεί να αποδείξει ότι η βλάβη του είναι δύσκολα επανορθώσιμη, όπως γινόταν μέχρι τώρα). Αυτό σημαίνει ότι δύσκολα θα αναστέλλεται η πράξη των οικονομικών υπηρεσιών και συνήθως θα υποχρεώνεται να πληρώσει αμέσως.
Σε περίπτωση κατάσχεσης, πλειστηριασμού κ.λπ., εφόσον γίνονται στην κατοικία του, σε μονάδα παραγωγής, εμπορεύματα, προϊόντα κ.λπ. θα πρέπει να αποδείξει ότι το συγκεκριμένο αναγκαστικό μέτρο τού επιφέρει ανεπανόρθωτη βλάβη, ενώ το δικαστήριο θα εξετάζει όλες τις πτυχές ώστε να εξυπηρετείται και το δημόσιο συμφέρον. Σε περίπτωση που δοθεί αναστολή, το δικαστήριο θα μπορεί να επανέλθει σε 90 μέρες επανεξετάζοντας το ζήτημα, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να ζητήσει εγγυητική επιστολή τράπεζας, εγγραφή προσημείωσης υποθήκης (για διασφάλιση του κράτους).
Αν υπάρξει καταδίκη του ελληνικού Δημοσίου από Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, θα δίνεται η δυνατότητα επανάληψης της δίκης στο ελληνικό δικαστήριο.
Με την αίτηση ακύρωσης αδείας
Αυτόματο «πάγωμα» οικοδομικών εργασιών
Μόλις υποβάλλεται αίτηση ακύρωσης κατά οικοδομικής άδειας που εκδόθηκε με βάση τη νομοθεσία για την εκτός σχεδίου δόμηση, θα επέρχεται αυτόματα αναστολή των οικοδομικών εργασιών. Το αυτόματο αυτό «πάγωμα» κρίθηκε αναγκαίο για να αποφεύγεται το συνηθέστατο φαινόμενο των ημιτελών οικοδομών ή συγκροτημάτων λόγω ακυρωτικών αποφάσεων. Το «πάγωμα» αυτό θα κρατά 60 μέρες και το δικαστήριο θα καλείται να αποφανθεί για τη νομιμότητα της αναστολής. Παράλληλα οι θιγόμενοι ιδιοκτήτες θα έχουν δικαίωμα να ζητήσουν νωρίτερα την άρση του ανασταλτικού αποτελέσματος και να την πετύχουν, εφόσον κριθεί ότι η αίτηση ακύρωσης είναι πρόδηλα απαράδεκτη ή αβάσιμη.
Περιορισμός αναιρέσεων
Τις αντιδράσεις του νομικού κόσμου προκαλεί ο ασφυκτικός περιορισμός των αναιρέσεων που μπορούν να υποβληθούν στο ΣτΕ, καθώς στο εξής θα μπορεί πολύ δύσκολα να αλλάξει η νομολογία υπέρ των πολιτών. Παράλληλα καταργείται ουσιαστικά η δικαστική εισήγηση προς το ΣτΕ. Με τις νέες ρυθμίσεις επαναφέρεται και η υποχρέωση να γνωμοδοτεί το ΝΣΚ πριν από την υποβολή αναιρέσεων για το Δημόσιο. Παράλληλα προβλέπεται η μεταφορά πολλών αρμοδιοτήτων του ΣτΕ στα διοικητικά δικαστήρια και κυρίως ο προσυμβατικός έλεγχος των δημοσίων συμβάσεων, ενώ για πρώτη φορά παρέχονται κονδύλια στην ίδια τη δικαιοσύνη για να αντιμετωπίζει άμεσες καθημερινές τους ανάγκες (γραφική ύλη, αναλώσιμα υλικά, είδη καθαριότητας).
Ακριβότερη η πρόσβαση στη Δικαιοσύνη
Αυξάνονται οι τιμές των παραβόλων για αιτήσεις ακύρωσης, έφεσης, προσφυγής
Ακριβότερη γίνεται η πρόσβαση στη δικαιοσύνη, καθώς προβλέπεται αύξηση των σχετικών παραβόλων. Στο ΣτΕ αυξάνονται από 50 σε 150 ευρώ τα παράβολα για αίτηση ακύρωσης, έφεση, υπαλληλική προσφυγή, διαφορές κοινωνικής ασφάλισης (ενώ το Δημόσιο και οι ΟΤΑ απαλ-λάσσονται) και σε περίπτωση που το ένδικο μέσο κριθεί προφανώς απαράδεκτο ή αβάσιμο, μπορεί να επιβληθεί ακόμα και 20πλασιασμός του παραβόλου.
Στις χρηματικού περιεχομένου φορολογικές και τελωνειακές διαφορές, το παράβολο (για προσφυγή, έφεση, αντέφεση) ορίζεται σε ποσοστό ίσο με το 2% του αντικειμένου της διαφοράς και μέχρι του ποσού των 10.000 ευρώ. Αν το παράβολο υπερβαίνει τα 3.000 ευρώ, καταβάλλεται το ποσό αυτό και το επιπλέον τυχόν οφειλόμενο και μέχρι του ορίου των 10.000 ευρώ, καταλογίζεται αν συντρέχει περίπτωση, με την οριστική δικαστική απόφαση.
Αίσθηση, τέλος, προκαλεί νέα νομοθετική ρύθμιση που προστατεύει το Δημόσιο από ακυρότητες διαδικασιών, οι οποίες μπορεί να προκύψουν από λάθη ή πλημμελείς ενέργειες εφόρων και τελωνειακών.
Το νομοσχέδιο περιορίζει τις περιπτώσεις ακυρότητας (που μέχρι τώρα λειτουργούσαν υπέρ του φορολογουμένου κ.λπ.), εμποδίζοντας την επίκληση στο δικαστήριο τυπικών πλημμελειών που μπορεί να έχουν γίνει.
Επίκληση
Τέτοια επίκληση θα επιτρέπεται μόνο εφόσον ο πολίτης θα μπορεί να αποδείξει ότι υφίσταται βλάβη που δεν μπορεί να αποκατασταθεί διαφορετικά. Μάλιστα παρέχεται στο δικαστήριο η δυνατότητα (υποκαθιστώντας ουσιαστικά τη Διοίκηση) να ασκεί το ίδιο τη διακριτική ευχέρεια, την οποία η Διοίκηση παρανόμως δεν άσκησε ή άσκησε πλημμελώς, καθώς και να κρίνει το ίδιο για το δικαίωμα ή την υποχρέωση που παρέλειψε η Διοίκηση.

ΠΗΓΗ: Έθνος